Σάββατο 22 Απριλίου 2017

«Γιατί αυτή η ποιμαντική της δυνητικής ερμηνείας δεν απέτρεψε την άλωση της Εκκλησίας από τον οικουμενισμό;»

ΕΝΟΤΗΣ  ΕΝ  ΤΗ  ΠΟΙΚΙΛΙΑ!

(SOBORNOST, το οικουμενιστικό πρότυπο)


  Μια ολομέτωπη και συνεχώς κλιμακούμενη επίθεση δέχεται η Ορθοδοξία εδώ και εκατό χρόνια από τον οικουμενισμό. Στόχος η κατεδάφισή της, η υποστατική καταστροφή της. Η οικουμενιστική στρατηγική σταδιακά εξουδετέρωσε σημαντικές ορθόδοξες αντιστάσεις, θεωρητικά και πρακτικά, όπως για παράδειγμα το φρόνημα των επισκόπων και Ι. Μονών, ιδίως του Αγίου  Όρους. 
   Ιστορικά βλέπουμε ότι η εκκλησιολογική–θεολογική αντίσταση στις αιρέσεις ήταν ο κανόνας, που είχε οριοθετήσει–καθιερωθεί από τις αγίες οικουμενικές συνόδους και την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία του πληρώματος, κλήρου και λαού. Άμβλυνση της πνευματικής άμυνας και κρίσιμη υποχώρηση του Εκκλησιαστικού φρονήματος, με αντανάκλαση στην πρακτική ζωή της Εκκλησίας και στην συνείδηση των Ορθοδόξων, έχουμε στην νεώτερη ιστορία στο χρονικό διάστημα από την εορτολογική καινοτομία μέχρι σήμερα, στην οικουμενιστική αποστασία (ψευδο-σύνοδος Κρήτης).
    Η περίοδος αυτή σημαδεύτηκε από την «αναθεώρηση» του Πατερικού φρονήματος. Οι αγώνες των αγίων Πατέρων (διακοπή μνημοσύνου, αποτειχίσεις και μαρτύρια) έναντι των αιρέσεων, προβλήθηκαν από επίσημους φορείς της Εκκλησίας περισσότερο ως ιστορικά φαινόμενα και λιγότερο ως πνευματικά, με διαχρονική αξία και εμβέλεια, ως άξια μιμήσεως.

 Αυτή η πνευματική αλλοίωση του ορθοδόξου φρονήματος, εκφράσθηκε με φθίνουσες αγωνιστικές εκδηλώσεις–αντιστάσεις απέναντι στους Πατριαρχικούς εκτροχιασμούς (1920-2017) της Κωνσταντινουπόλεως. Φωτεινές εξαιρέσεις είναι οι αντιδράσεις των Ορθοδόξων στην ημερολογιακή μεταβολή (παρά τα όποια λάθη), η μεγάλη κινητοποίηση του Αγ. Όρους, που συνοδεύτηκε από την διακοπή μνημοσύνου του αιρετικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, η πατερική στάση των τριών επισκόπων της Μακεδονίας (Αυγουστίνου, Αμβροσίου και Παύλου), που εφάρμοσαν και αυτοί το πνευματικό όπλο της διακοπής μνημοσύνου του Πατριάρχη (1960-1970) καθώς και ο ανυποχώρητος αγώνας του πιστού τέκνου της Εκκλησίας Νικολάου Σωτηρόπουλου, που συνοδεύτηκε από αντικανονικό αφορισμό του.
   Με τα χρόνια, οι συνεχιστές της Πατερικής αγωνιστικής γραμμής συρρικνώθηκαν, ενώ επίσκοποι με αντιπαπικό πνεύμα σχεδόν εξέλιπον. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη, να μην αναφέρουμε και την αγωνιστική στάση δύο μεγάλων πνευματικών Πατέρων, που είναι ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος και ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος.
  Προχωρώντας σε βαθύτερη εξέταση και ανάλυση της Εκκλησιαστικής πραγματικότητας, παλαιοτέρας και σημερινής, αντιλαμβανόμαστε ότι «Άνδρες λαλούντες διεστραμμένα» (Πράξ. 20,30) με αντορθόδοξες διδαχές, με αλλοιώσεις του Ορθοδόξου δόγματος και του Ορθοδόξου ήθους, έφθειραν τον αμπελώνα του Κυρίου.
 Τέσσερις Πατριάρχες, πέντε Αρχιεπίσκοποι, έξι Μητροπολίτες, τρεις Αρχιμανδρίτες, ένας κληρικός, δεκαέξι θεολόγοι και μία μοναχή, ήταν ο άτυπος ηγετικός πυρήνας, που δημιούργησε πνευματικό–οικουμενιστικό υπόβαθρο στην Εκκλησία, για την διείσδυση το οικουμενισμού.
  Παράλληλα και ένα πλήθος αξιόλογων πνευματικών προσώπων (επίσκοποι, κληρικοί, μοναχοί και αδελφότητες λαϊκών), λειτούργησαν υποτονικά–υποχωρητικά και όχι ως δυναμικός αντίλογος στην αίρεση αυτή. Γι αυτό και οι αιρετικές δυνάμεις «ανέβησαν επί το πλάτος της γης και εκύκλευσαν την παρεμβολήν των αγίων και την πόλι την ηγαπημένην (την Εκκλησία)» (Αποκ. 20,9).
 Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης υπογραμμίζει: «Πολλά τα περί την πίστιν ναυάγια, ου τοσούτον διαστροφή νοός όσον δέει των κρατούντων»· δηλ. «πολλά τα ναυάγια της πίστεως, όχι τόσο πολύ από διαστροφή του νου, όσο από τον φόβο των εξουσιαστών» (Επιστολή 214). Σε άλλη επιστολή του (211) επισημαίνει: «Γιατί, ό,τι είναι αυτό που εξουσιάζει, τέτοιο γίνεται, συνήθως και αυτό που εξουσιάζεται».
   Η ποιμαντική–εκκλησιολογική γραμμή, που διατύπωσε ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, για την αντιμετώπιση του οικουμενισμού (Δυνητική ερμηνεία του 15ου κανόνα της ΑΒ συνόδου), δεν προχώρησε ούτε βήμα το Εκκλησιαστικό σώμα στην ανάσχεση του Οικουμενισμού. Η αξιοπιστία της δυνητικής ερμηνείας δοκιμάστηκε με αρνητικά αποτελέσματα. Έχουμε πλέον την εμπειρία της ως εγγυημένη επιβεβαίωση. Με τη δυνητική ερμηνεία πάρα πολλοί φαντάστηκαν, τότε (1960-1970), ότι άφησαν στο περιθώριο τον οικουμενισμό και τη διαίρεση στην Εκκλησία.
    Οι υποστηρικτές της ερμηνείας αυτής διατύπωσαν τη θέση, ότι αυτός ο «μέσος δρόμος» οικονομίας απέτρεψε το σχίσμα στην Εκκλησία.
    Ερωτήματα:  Εάν η δυνητική ερμηνεία του 15ου κανόνα της ΑΒ συνόδου απέτρεψε το σχίσμα, πώς γίνεται, σήμερα, να έχουμε μια μεγίστη διαίρεση δογματική και συνειδησιακή, που επισφραγίσθηκε και συνοδικά από τη «σύνοδο» της Κρήτης;
   Γιατί αυτή η ποιμαντική της δυνητικής ερμηνείας δεν απέτρεψε την άλωση της Εκκλησίας από τον οικουμενισμό;
  Η σημερινή συνύπαρξη Ορθοδοξίας και οικουμενισμού μπορεί να θεωρηθεί ενότητα της Εκκλησίας;
 Αναμφίβολα, η δυνητική ερμηνεία δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη «νέα» ενωτική εκκλησιαστική βάση που προωθείται, την συνύπαρξη δηλ. Ορθοδοξίας και αίρεσης – οικουμενισμού.
   Η ρωσική λέξη «SOBORNOST», που σημαίνει «ενότης εν τη ποικιλία», είναι και τίτλος ενός οικουμενιστικού περιοδικού.
   Στο ομώνυμο βιβλίο, σελ. 168, διαβάζουμε: «Ο τύπος της ενότητας εν τη ποικιλία, που είναι το θέλημα του Θεού για το λαό του, είναι πλουσιότερος και πιο απροσδόκητος απ’ ότι έχουμε σκεφτεί».
   Μετά την ψευτο-σύνοδο της Κρήτης, βρισκόμαστε σε μια ποιοτική αναβάθμιση του οικουμενισμού, με παράλληλο κατακερματισμό των Ορθοδόξων δυνάμεων. Με πρόσχημα την ενότητα και αγάπη, η σύγχρονη ποιμαντική πολλών πνευματικών–γερόντων, που περιμένουν(!) το «κοινό Ποτήριο» για ν’ αντιδράσουν, συγγενεύει πλέον με το οικουμενιστικό πρότυπο «Ενότης εν τη ποικιλία». 
  Στον αντίποδα υπάρχει η ελπιδοφόρα σύναξη στη Θεσσαλονίκη (Ωραιόκαστρο), που διοργάνωσαν οι Αγιορείτες Πατέρες, με βηματισμό στον ορθό δρόμο της Πατερικής εκκλησιολογίας, η οποία εξασφαλίζει την πραγματική εκκλησιαστική ενότητα. Ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης για την απουσία εκκλησιαστικών ταγών όταν κινδυνεύει η πίστις, γράφει σχετικά:
«Ο θείος Δομήτωρ της Εκκλησίας γνωρίζει να εξεγείρη τα πνεύματα των ταπεινών της γης και ένα υπόμνημα, το οποίο εγράφη με πόνον και πόθον δια την Εκκλησίαν του Χριστού, να ευρίσκη παρ’ αυτοίς την δικαίωσίν του αν δεν την ευρίσκη παρά τη Διοικήσει της Εκκλησίας. Πόσα πνευματικά κινήματα αναγεννήσεως της Εκκλησίας δεν προήλθον εκ των κάτω! Το Πνεύμα όπου θέλει πνει» (Εκκλησιαστικά υπομνήματα, σελ. 8).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤ