Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ. Άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ Δοχειαρίου Γέροντα Γρηγορίου


Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ
 ...ὅταν γούμενοι συναναστρέφωνται κα συμπορεύωνται μ τος πλουσιώτερους νθρώπους στς μεγάλες πόλεις τς οκουμένης, κράτα, ν εσαι πραγματικ παλληκάρι το Χριστο, θόλωτο τν νο σου


Στ ξεκίνημα τν γώνων το Μεγάλου σ νατολ κα Δύση, διάβολος χρυσ το παρουσίασε. Μία φορ φανταστικ κα δεύτερη φορ πραγματικό. μως τν ντιπαρλθε· χι πρόσκαιρα, λλ παντοτινά.

στοχαστικς κα μεγάλος Γέροντας μπιστευτικ μο μίλησε: «π τ τίποτα πήραμε μισ δς καί». Το πήντησα: «Μιμήσου τν ντώνιο κα ντιπάρελθέ το. τσι κα θ ποκτήσης ερήνη κα θ δώσης». Μ βουτηγμένη μως τν ψυχή του μέχρι τ μπούνια στ μέλι το χρυσο κα το ργύρου, προχώρησε κάθεκτος μ μάτια χρυσ κα διαμαντένια.

τσι, μι μέρα νοιξε αλαία το γίου ρους μ νθρονισμένο τν χρυσ κα τν ργυρο στν τόπο τς κτημοσύνης! κθαμβος κόσμος, κθαμβη οκουμένη εδε ν ρέη πλοτος. Στ χέρια τν μοναχν ν βρίσκεται θησαυρς το κόσμου. ρχισε ν σείεται κόσμος κα ν γίνεται παγκόσμιο σκάνδαλο, σ λη τν οκουμένη ν συζητιέται εκολος πλουτισμς τν καλογήρων, ν μπλέκωνται κα πολιτευτές. Ο φτωχο νακεντρίστηκαν πως τ λογα κα ο πλούσιοι βρκαν συναδέλφους. π δ ν τ κρύψουμε, π κε ν τ φανερώσουμε, π δ λυμπιακ χωριό, π κε μουρέλα, φάνηκε πλούσιος το Εαγγελίου. ρχισε πένδυση μλλον ο πενδύσεις, ο ποες σιγά-σιγ γιναν τόσο πόκρυφες, πο οτε διάβολος δν μπορε ν τς νακαλύψη. Λόγια, λόγια πικρά, λλοτε πραγματικ κα λλοτε φανταστικά, ν μ να «ντιπαρέρχομαι» σταματάει τ διαβολικό, ρχεται Χριστός, ξυπόλυτος κα φτωχός, κα κάνει τς καλύτερες τοποθετήσεις.


π τότε, ποιός ν φρενάρη; Τ δικαστήρια δν εναι τόσο δυνατ κα τόσο πιστευτά. φαντασία το νθρώπου δν συγκρατιέται. νοιξαν ο μπουκαπόρτες κα λη βυσσος μπκε μέσα κα πνίγει τ καράβι. Τριγμο τ συνοδεύουν στ ταξίδι του. κκλησία πάλι στ στόχαστρο, λλ ατν τν στιγμ τόσο πυρόβλητη σο ποτ λλοτε.

Μπορε ν μ μς παρέχεται δυνατότητα ν σκύψουμε στς κάσες τν χρημάτων, λλ ταν μοναστήρια χουν οκονομικος κα νομικος συμβούλους σ ξένες χρες, πς ν συγκρατήσης τν λογισμό σου; Κα ταν γούμενοι συναναστρέφωνται κα συμπορεύωνται μ τος πλουσιώτερους νθρώπους στς μεγάλες πόλεις τς οκουμένης, κράτα, ν εσαι πραγματικ παλληκάρι το Χριστο, θόλωτο τν νο σου

Εναι λήθεια τι κτημοσύνη δηγε τν νθρωπο στ μέριμνο, στν θεία δολεσχία. Μοναδική του πασχόληση γίνονται τ θεϊκ πράγματα. Μρκος σκητής, ταν μελέτησε τν τελεία κτημοσύνη, ναλογίσθηκε τι μέσα στ κελλί του εχε μία γία Γραφή. Επε καθ αυτόν: «κα ατ πλοτος εναι, περιουσία εναι», κα πγε κα τό δωσε κι μεινε μόνον μ τν πενδύτη του κα μ μι δερμάτινη ζώνη. μεινε Μρκος σκητής, θηναος, μόνον μ τ δέρμα κα τ κόκκαλα! Δν σκέφθηκε ν κμεταλλευθ τ κτμα του, γι ν κάνη λεημοσύνες. Μο λεγε νας μοναχός μου: «Τί ντροπ ν πεθαίνη μοναχς κα ν βρίσκουν στ κελλί του πορτοφόλι στω κα μ μία δραχμή», κι μενε πάντοτε παντελς κτήμων. Σήμερα γιατί τόση πιθυμία κα τόσος γνας γι περιουσιακ στοιχεα, ν κα βαθι μέσα μας κομε τν φων το ποστόλου Παύλου «ς μηδν χοντες κα τ πάντα κατέχοντες»;

Πέρασε νας λβετς τ καλοκαίρι π να κελλί. Εδε τι μοναχς πο διέμενε κε δν εχε τίποτα, οτε παξιμάδι. πιστρέφοντας στν πατρίδα του, το στειλε πέντε δραχμές. Κα λλος μως προσκυνητς εδε τν κτημοσύνη κα τρόμαξε.

Βάλετο λέειΓέροντα, να μουσαμ, να στρωσίδι στ τραπέζι σου.

Δν χω ν τ πάρω, ν κα μο επανε φθηνς εναι μουσαμς.

Ατς τότε το στειλε τν βολ τς χήρας. Εχε μως λάβει πι μπροστ τν βοήθεια το λβετο. Το τ γύρισε πίσω, λέγοντας:

Εχαριστ, λλ ατ πο μο στειλε πρτος περαστικς φθάνουν γι μένα γι δύο χρόνια. Πάρε πίσω τ χρήματα κα διάθεσέ τα που σ θέλεις.

Πόσο γρήγορα ξατμίστηκε τ πνεμα ατ κα θέλει μοναχς ν χη στ κελλί του μαγαζί.

λογισμς πο μ κρατ σ διηνεκ πορία εναι γιατ διάβολος δν βάζει στν ντώνιο σν πρτο δόλωμα τν γυνακα κι βαλε τ χρήματα, ν εναι τόσο πιρρεπς νθρωπος στς ρμς τς σάρκας. Γιατί τόσο πιμένει ν τν μαγαρίση μ τν φιλοκτημοσύνη, μ τ χρήματα κα τ πλούτη; ν τ μελετούσαμε ατ στν νο μας, θ μασταν συγκρατημένοι. μες μως, ν κα ζομε μ τν ζημι τς φιλοκτημοσύνης, ξακολουθομε τν δαιμονικ πορεία το κτσθαι κα καταντήσαμε, π ψιπέτες πο θ πρεπε ν μαστε, σν τν δέσμιο ετ πο δν μπορε ν πιάση τος αθέρες.

Θες ν μς λυπηθ μς τος μοναχος κα ν μς κρατήση μακρι π τν προδότρα φιλαργυρία. ν γαπς τ πλούτη, πο ταπεινοφορία, πο γκράτεια, πο ξενιτεία; Πο το Πέτρου φων «ργυρ κα χρυσ νομίσματα δν χω· ν τ νόματι ησο Χριστο γειρε κα περιπάτει»; φιλοκτημοσύνη θ ρημάξη τ σπήλαια κα τ καταγώγια τν μοναχν. ς γαπήσουμε λοι τν φιλάργυρο τρόπο ζως.

Δσε, Κύριε, σύνεση σ μς τος μοναχούς, ν κρατηθομε στν γκράτεια, στν κτημοσύνη, στν ξενιτείαγιατ χι κα στν ελογημένη ζητεία, ποία ταπεινώνει τν νθρωποκα στν πλήρη πακοή. μήν.



Γρηγόριος ρχιπελαγίτης